Παρακολουθώντας την εκλογική αναμέτρηση που έβγαλε αυτοδύναμη τη ΝΔ με ποσοστό 40 % ,όπως είχα ήδη προβλέψει με ανάρτησή μου στα κοινωνικά δίκτυα το μεσημέρι της Κυριακής των εκλογών, μπορώ να πω ότι δεν μπόρεσα να προβλέψω το μεγάλο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ποσοστό όμως αυτό της αξιωματικής αντιπολίτευσης πια, αποτυπώνεται στις κοινωνικές κατηγορίες ανθρώπων που πήγαν στην κάλπη μετά τις 16:00, δηλαδή στους φοιτητές και στους ανέργους. Πρόκειται για δύο κατηγορίες που κατά την άποψή μου προσέγγισε ο κος Τσίπρας και μέσα από την τηλεοπτική του εμφάνιση στον ΣΚΑΙ αλλά και με τις παροχές τις οποίες έδωσε (επιδόματα ενοικίου, κάρτες αγοράς ειδών πρώτης ανάγκης, επιδόματα ανεργίας, το αφορολόγητο και τον χαμηλό ΕΝΦΙΑ). Ειδικά με τις τελευταίες υποσχέσεις κέρδισε πολλούς ψήφους σε κάποιες πιο λαϊκές περιοχές.
Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία που την εκμεταλλευόταν πάντα ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το ΠΑΣΟΚ, αυτή των αλλογενών, τους οποίους τους τρόμαζε και συνεχίζει να τους τρομάζει για την «κακή Δεξιά» που έρχεται. Για παράδειγμα στις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος της Ένωσης Μουσουλμάνων Ελλάδος ανέφερε ότι «έρχεται η κακή Δεξιά που θα κόψει τα επιδόματα» ενώ επίσης τόνισε πως «η ΝΔ φέρνει και αντιμεταναστευτική πολιτική».
Από την άλλη πλευρά, ο σημερινός πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έκανε το αυτονόητο να συμπεριλάβει σε αυτή την κυβέρνηση και 21 πρόσωπα από το χώρο των τεχνοκρατών και να κάνει άνοιγμα σε όλους τους χώρους το κέντρου.
Το εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου είναι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα, την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Χρυσή Αυγή, που κάποτε θεωρήθηκε χειρότερη και πιο σκληρή από τα άκρα-δεξιά κινήματα της Ευρώπης, απέτυχε να φτάσει το κατώφλι των τριών εκατοστιαίων μονάδων για να μπει στο κοινοβούλιο. Μόλις πριν από λίγα χρόνια, το κόμμα απολάμβανε διψήφια υποστήριξη.
Ο Αλέξης Τσίπρας λοιπόν, που έγινε λιγότερο λαϊκιστής και αριστερός με την πάροδο του χρόνου, είναι τώρα το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, έχοντας λάβει την υποστήριξη του 31,5% του εκλογικού σώματος. Με πολλούς τρόπους, ανέλαβε πια τον μανδύα της κεντροαριστεράς που κρατούσε μέχρι πρότινος το σοσιαλιστικό κόμμα του ΠΑΣΟΚ πριν από την κατάρρευσή του.Αυτό δείχνει όμως ότι ο ελληνικός λαός κουράστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον λαϊκισμό.
Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας έγινε ευπρόσδεκτη από την επιχειρηματική κοινότητα και τους διεθνείς επενδυτές. Μετά από ένα έτος οικονομικής αυστηρότητας και λιτότητας και μια πολύ αργή επιστροφή στην ανάπτυξη, η Ελλάδα και οι εταίροι της στην ΕΕ αναζητούν νέες προσεγγίσεις που μπορούν να επαναφέρουν τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιμετωπίζει τώρα τη δύσκολη διαδικασία της εκπλήρωσης των προσδοκιών μιας εξαντλημένης κοινωνίας και των συντηρητικών οικονομιών σε βασικές χώρες της ΕΕ. Όπως και ο προκάτοχός του, θα είναι πρόθυμος να εξασφαλίσει κάποια ανακούφιση, ίσως υπό το βάρος του ελληνικού δανεισμού. Οι εταίροι όμως της ευρωζώνης μπορεί τώρα να πούνε όχι.
Εδώ θέλω να επισημάνω ότι η επιλογή του Άδωνι Γεωργιάδη στο υπουργείο Ανάπτυξης ήταν μια σωστή κίνηση διότι πρόκειται για ένα εργατικό πρόσωπο που φέρνει αποτελέσματα. Η επιλογή επίσης των κκ Χρυσοχοΐδη και Οικονόμου στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη είναι σοφή.
Επίσης η ένταξη του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής στο Προστασίας του Πολίτη δείχνει ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη για υλοποίηση των προγραμμάτων επαναπατρισμού και επιτάχυνσης της διαδικασίας εξέτασης αιτημάτων ασύλου.
Το μεταναστευτικό όμως το οποίο έχει εξελιχθεί σε μια βραδυφλεγή βόμβα χρειάζεται πολύ προσοχή. Κι αυτό γιατί όπως έχω επισημάνει και παλαιότερα σε συγκεκριμένες αναλύσεις επί του θέματος, αυτοί οι οποίοι θα το διαχειριστούν θα πρέπει να γίνουν αποδεκτοί από τις μεγάλες αυτές κοινωνικές ομάδες. Εάν συμβεί το αντίθετο τότε το μεταναστευτικό αντί να λυθεί θα συνεχίζει να δημιουργεί σοβαρό πονοκέφαλο στην κυβέρνηση με αποτέλεσμα να παρθούν μέτρα επιπόλαια τα οποία αντί να λύσουν θα δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα.
Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την κυβέρνηση αυτή είναι και το Γάλλο-γερμανικό πολιτικό σύστημα που επέλεξε για τη διακυβέρνηση της χώρας ο σημερινός Πρωθυπουργός. Θα το πετύχει στην πράξη ή όχι για να μπορεί να γίνει καλύτερος συντονισμός ;
Η νέα κυβέρνηση έχει μπροστά της και κρίσιμες επιλογές όσον αφορά την πολιτική στα Βαλκάνια και το Αιγαίο. Μέρος της εκλογικής επιτυχίας της Νέας Δημοκρατίας προέκυψε και από την ικανότητά της να προσελκύσει τους εθνικιστές του δεξιού και του αριστερού χώρου. Η λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» για το όνομα των Σκοπίων η οποία άνοιξε τελικά το έδαφος για την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ένταξη στην ΕΕ ήταν ένα επίτευγμα για την προηγούμενη κυβέρνηση.
Παρόλο όμως που αποτέλεσε τροφή για τις εθνικιστικές δυνάμεις στην Ελλάδα, η Νέα Δημοκρατία αξιοποίησε πλήρως την έκφραση της αντίδρασης στο πλαίσιο της εκστρατείας της. Με παρόμοιο τρόπο, το κόμμα αφουγκράστηκε τα θέματα που έχουν προκύψει με την Κύπρο, τα θέματα ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο και τις σχέσεις με την Τουρκία.
Δεδομένης της πολιτιστικής της συνάφειας και των οικονομικών της δεσμών με τη Ρωσία, η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να βρεθεί στην πρώτη γραμμή εάν πρόκειται να τηρήσει μια σκληρή γραμμή με το καθεστώς στη Μόσχα. Αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει χρόνο για να παραμείνει στη διατλαντική «ομπρέλα» εφαρμόζοντας τις κυρώσεις και σε άλλα ζητήματα που σχετίζονται με τη Ρωσία. Η Κίνα μπορεί να αποτελέσει τη μεγαλύτερη πρόκληση για τις διατλαντικές σχέσεις της Ελλάδας εάν η κυβέρνηση προχωρήσει στην περαιτέρω απελευθέρωση της κινεζικής δραστηριότητας στο λιμάνι του Πειραιά, επιδιώκοντας μια πιο ανοικτή προσέγγιση στις ξένες επενδύσεις.
Το αποτέλεσμα των εκλογών είναι μια θετική εξέλιξη για την Ελλάδα, την ευρύτερη περιοχή αλλά και για τις διατλαντικές σχέσεις. Μετά από χρόνια λιτότητας, οι εταίροι της Ελλάδας θα πρέπει να είναι έτοιμοι να βοηθήσουν τη χώρα και να κρατήσουν μια πιο ευέλικτη στάση απέναντι στα οικονομικά και το χρέος της. Επίσης η διαχείριση για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης θα πρέπει να είναι διαφορετική. Από την ελληνική πλευρά, είναι πολύ σημαντικό η νέα κυβέρνηση να απομακρυνθεί από την εθνικιστική προεκλογική ρητορική προς όφελος της σταθερότητας στη γειτονιά μας ειδικά τώρα που διανύουμε μια περίοδο αυξημένου κινδύνου.